Απο άρθρο του Δρ Σκουτέρη δημοσιευμένο στο περιοδικό FΖΗΝ.
Όλο και πιο συχνά στις μέρες μας ακούμε τον όρο ωχρά κηλίδα. Τι είναι όμως τελικά η ωχρά κηλίδα και πως επηρεάζει την όραση μας; Ωχρά κηλίδα είναι το κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του ματιού μας, που είναι υπεύθυνο για να συλλέξει το φως και να το μετατρέψει σε εικόνα. Το κεντρικό του τμήμα λοιπόν, λέγεται ωχρά κηλίδα και παίρνει το όνομα της απο την ωχρή όψη που παρουσιάζει κατα την βυθοσκόπηση, την κλασική εξέταση κατα την οποία γίνεται έλεγχος του βυθού του ματιού. Απο την ωχρά κηλίδα παίρνουμε την πιο ευκρινή μας όραση, την όραση δηλαδή με την πιο καθαρή εικόνα.
Οπως και θα υπέθετε κανείς η ωχρά κηλίδα είναι ένα ιδιαίτερα σύνθετο κομμάτι του ματιού μας, με υψηλές απαιτήσεις σε αίμα αλλά και πολύπλοκες νευρολογικές συνάψεις. Η μεγάλη του αυτή πολυπλοκότητα το κάνει και ιδιαίτερα ευαίσθητο σε αλλοιώσεις ηλικιακού τύπου. Αλλαγές δηλαδή που οδηγούν στην εκφύλιση του και εμφανίζονται κυρίως σε άτομα προχωρημένης ηλικίας. Αυτός είναι και ο λόγος που η επίσημη ονομασία της νόσου είναι ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας. Η κυριότερη αιτία όπως προείπαμε είναι η ηλικία έχει όμως βρεθεί ότι και η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο αφού σε ορισμένες οικογένειες εμφανίζεται πολύ συχνότερα από άλλες.
Τι σύμπτωμα έχει κάποιος με εκφύλιση ωχράς κηλίδας;
Το συχνότερο σύμπτωμα είναι η παραμόρφωση της εικόνας με τρόπο ώστε οι ευθείες γραμμές να φαίνονται κυματοειδείς. Πολλοί άνθρωποι λοιπόν αναφέρουν ότι παρατήρησαν τμήματα του σπιτιού τους όπως τα παράθυρα ή οι πόρτες να εμφανίζονται τεθλασμένα. Εκτός αυτού συχνό σύμπτωμα είναι η δυσκολία στο να διακρίνουν λεπτομέρειες. Ένα θετικό της συγκεκριμένης νόσου είναι ότι η περιφερειακή όραση δεν επηρεάζεται ποτέ. Είναι το κεντρικό κομμάτι της όρασης που αλλοιώνεται με αποτέλεσμα εργασίες όπως το διάβασμα ακόμα και με τα γυαλιά κοντινής όρασης να επηρεάζεται σημαντικότατα.
Τύποι
Υπάρχουν δύο τύποι, η ξηρά μορφή, που είναι και ο πιο συχνός τύπος η οποία συνήθως εξελίσσεται αργά και προκαλεί σταδιακή απώλεια της κεντρικής όρασης. Για να φτάσει στο τελικό της στάδιο θέλει συνήθως αρκετά χρόνια και σε αυτό υπάρχει ένα σημείο στο κέντρο του οπτικού πεδίου από το οποίο ο ασθενής δεν βλέπει. Στην υγρά μορφή αντιθέτως η εξέλιξη είναι γρήγορη και όσο νωρίτερα γίνει η διάγνωση τόσο το καλύτερο.
Υπάρχει όμως θεραπεία;
Για την υγρά μορφή η οποία έχει και την χειρότερη πρόγνωση χωρίς θεραπεία, με ταχεία μείωση της όρασης, είμαστε ευτυχείς που έχουμε στην διάθεση μας μία πολύ αποτελεσματική θεραπεία. Η θεραπεία γίνεται με ένα φάρμακο που λέγετε Anti-VEGF και το οποίο έχει σαν στόχο να αναστρέψει την πορεία της νόσου, να σταθεροποιήσει την κατάσταση αλλά και σε ένα βαθμό να βελτιώσει την όραση. Αφορά εγχύσεις του συγκεκριμένου παράγοντα στο εσωτερικό του ματιού σε προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης θεραπείας είναι εξαιρετικά λαμβάνοντας υπόψιν ότι η θεραπεία θα γίνει με σωστά πρωτόκολλα, στο σωστό χρόνο και ότι η αναζήτησή ιατρικής βοήθειας δεν θα γίνει μήνες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων αλλά σχετικά σύντομα. Με αυτά τα προαπαιτούμενα οι μεγάλες πολυκεντρικές μελέτες έχουν δείξει ότι όχι μόνο υπάρχει σταθεροποίηση αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει και βελτίωση της οπτικής οξύτητας. Πολύ κρίσιμο λοιπόν είναι το πρώτο χρονικό διάστημα απο την έναρξη των συμπτωμάτων, να γίνει σωστή διάγνωση αλλά και άμεση και με σωστά πρωτόκολλα θεραπεία.
Υπάρχει κίνδυνος από τις ενδοϋαλοειδικές ενέσεις;
Κάθε παρέμβαση στο ανθρώπινο σώμα έχει κάποιους κινδύνους. Έτσι και η ενδοϋαλοειδική ένεση εμπεριέχει κάποιους κινδύνους, οι οποίοι όμως είναι αρκετά μικροί. Τα στατιστικά δείχνουν το οι πιθανότητες να αναπτύξει κάποιος αιμορραγία μόλυνση ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς είναι μικρότερες από 1:1000 περιστατικά. Φυσικά σημαντικό ρόλο παίζει και ο χώρος αλλά και η διαδικασία που ακολουθείται κατά την διάρκεια μιας ενδοβόλβιας ένεσης. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να κρατήσουμε την περιοχή εντελώς αποστειρωμένη αλλά και η ίδια η έγχυση να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξηθεί όσο το δυνατόν η ασφάλεια για τον ασθενή. Είναι ο χώρος αλλά και η τεχνική που μας εξασφαλίσει το ασφαλέστερο αποτέλεσμα.
Πονάνε οι ενδοβόλβιες ενέσεις;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι απλή. Εξαρτάται από την αναισθησία που θα χρησιμοποιήσουμε. Υπάρχει τρόπος να γίνει εντελώς ανώδυνα αλλά ακόμα και με την μικρότερης έντασης αναισθησία, που είναι μόνο με αναισθητικές σταγόνες, τις περισσότερες φορές ο ασθενής δεν αισθάνεται πόνο ή ο όποιος πόνος είναι πολύ μικρός. Για τους ανθρώπους οι οποίοι παρουσιάζουν μεγάλη ευαισθησία μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε έναν συνδυασμό αναισθητικών με τον οποίο ο ασθενής δεν αισθάνεται καθόλου πόνο.
Τέλος ένας ακόμα παράγοντας που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της πάθηση είναι η διατροφή. Από πολυκεντρικές μελέτες ξέρουμε πλέον ότι άνθρωποι με διατροφή πλούσια σε πράσινα λαχανικά και λιπαρά ψάρια έχουν μέχρι και 40% βραδύτερη εξέλιξη στην εκφύλιση της ώχρας.